ΤΑ ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
Λίγες ώρες από την Αθήνα με το λεωφορείο και θα βρεθείτε σε μια άλλη εποχή, ή ακριβέστερα στον 19ο αιώνα. Αυτό αφορά και την κλασική αρχιτεκτονική και το εξαιρετικό γούστο και την πρωτοτυπία των χρωμάτων, ήχων, οσμών, και την ιδιαιτερότητα του διαφορετικό ρυθμού ζωής. Βρίσκεστε στο Ναύπλιο, στην πόλη, που υπήρξε πρωτεύουσα της Ελλάδας, πριν παραδώσει αυτόν τον τίτλο στην Αθήνα. Το Ναύπλιο είναι όμορφο οποιαδήποτε ημέρα του έτους.
Το καλοκαίρι η παλέτα του είναι φωτεινότερη: τις κόκκινες κεραμοσκεπές της παλιάς πόλης χρωματίζουν τα φοινικόδεντρα της διάσημης παραλίας και το γαλάζιο της θάλασσας. Το χειμώνα οι κεραμοσκεπές δημιουργούν αντίθεση με το γκρίζο της θάλασσας και τα βαριά σύννεφα του ουρανού. Σύμβολα αιωνιότητας θεωρείται το κάστρο του Μπούρτζη που μοιάζει σαν παιχνίδι, και ο σκοτεινός όγκος του φρουρίου του Παλαμηδίου.
Το Ναύπλιο είναι πόλη μουσείο, έχει μείνει στην ιστορία της χώρας ως μια πόλη που έχει βιώσει μια σειρά από φρικτά γεγονότα, προδοσίες και περιβόητες πολιτικές δολοφονίες. Ειδικά εδώ η αναγεννημένη Ελλάδα έκλεισε στο μπουντρούμι τον μεγάλο Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και αφαίρεσε τη ζωή του σπουδαίου Ιωάννη Καποδίστρια, και μόνο αργότερα, μετανιωμένη, “η ευγνώμων πατρίδα”, ανέγειρε τα μνημεία τους. Όμως από τότε λίγα έχουν αλλάξει και από την Επανάσταση του 1821, και μάλλον και από την Αρχαιότητα, κύριος εχθρός των Ελλήνων παραμένει ο ίδιος τους ο εαυτός.
Ωστόσο, η ιστορία παραμένει ζωντανή στο Ναύπλιο. Για παράδειγμα το πρώτο ελληνικό γυμνάσιο, που βρίσκεται κοντά στην πλατεία Συντάγματος, ιδρυθέν το 1833, παραμένει ακόμα δημόσιο κτίριο. Το πρώτο φαρμακείο, που άνοιξε στην Ελλάδα, το Φαρμακείο του Βοναφίν, έκλεισε το 1972, δηλαδή πολύ πρόσφατα, αν λάβουμε υπόψη ότι προμήθευε τον πληθυσμό με φάρμακα ακόμα από το 1828. Εδώ, στην εποχή των μαινόντων παθών, ο Bonifacio Bonafini ταρίχευσε το σώμα του Καποδίστρια, του πρώτου κυβερνήτη της αναγεννημένης χώρας και προσωπικού του φίλου, τον οποίο δολοφόνησαν ο αδερφός και ο γιος του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη ύστερα από παρακίνηση των Βρετανών και των σχετιζόμενων με αυτούς Ελλήνων πολιτικών. Η τρύπα από τη σφαίρα, που έπληξε στις 9 Οκτωβρίου του1 831 έναν από τους πιο πιστούς γιους του Έθνους, τον Ιωάννη Καποδίστρια, ακόμα υπάρχει στον τοίχο του ναού του Αγίου Σπυρίδωνα. Οι δολοφόνοι φοβούνταν τόσο πολύ τον ζωντανό κυβερνήτη, που μετά από το θανάσιμο πυροβολισμό τον μαχαίρωσαν. Η τραγωδία αυτή άλλαξε το ρου της μετέπειτα ιστορίας της χώρας, οι Έλληνες έχασαν έναν αληθινό, εμπνευσμένο πατριώτη και φορτώθηκαν έναν Βαυαρό πρίγκιπα. Αλλά πολύ σύντομα απογοητεύτηκαν από τους Γερμανούς και κάλεσαν νέο βασιλιά – αυτή τη φορά από τον βασιλικό Οίκο της Δανίας. Το 1833, αφού πάτησε το πόδι του στις πλάκες του Ναυπλίου, ο Όθωνας αποφάσισε να μεταφέρει την πρωτεύουσα του βασιλείου που του χάρισαν στην Αθήνα. Οι ιστορικοί ισχυρίζονται, ότι τον θάμπωσε ο γλυκός αττικός ουρανός, υπάρχει όμως μια άλλη εκδοχή, ότι ο νεαρός και προληπτικός Βαυαρός ήθελε να αποστασιοποιηθεί από το αίμα του Καποδίστρια που χύθηκε στο Ναύπλιο.
Ναύπλιο, Ανάπλη, Napoli di Romania... «η Νεάπολη της Ανατολής» αποκαλούσαν το Ναύπλιο οι Ενετοί θαλασσοπόροι. Αλλά πολύ πριν εμφανιστούν Ενετοί, η πόλη αυτή πήρε το όνομά της από το γιο του Ποσειδώνα και της Αμυμώνης, Ναύπλιο, αρχαίο θαλασσοπόρο, ο οποίος έμαθε πρώτος να προσανατολίζεται στη θάλασσα με τη βοήθεια των άστρων και συγκεκριμένα - της Μεγάλης Άρκτου, και έχτισε αυτή τη διαχρονική πόλη.
Η κεντρική πλατεία της πόλης – πλατεία του Συντάγματος - σε καμία περίπτωση δεν είναι κατώτερη εκείνης της Αθήνας, αν και μικρότερων διαστάσεων. Η πλατεία Συντάγματος του Ναυπλίου κατάφερε όμως να διατηρήσει το ιστορικό της χρώμα, αποτρέποντας οποιαδήποτε αρχιτεκτονική παρέμβαση και καινοτομία. Είναι γηραιότερη της πρωτευουσιάνας “αδερφής” της και πριν ονομαζόταν πλατεία Πλατάνου. Σύμφωνα με την παράδοση, εδώ στη σκιά του τεράστιου πλατάνου το 1821 οι ήρωες της Επανάστασης σχεδίαζαν τις μελλοντικές τους μάχες. Για να φτάσετε στην πλατεία αυτή, τυλιγμένη από ένα δίχτυ με στενά σοκάκια, θα πρέπει να πάρετε τη “μεγάλη οδό” - ή αλλιώς τη Βασιλέως Κωνσταντίνου – τον πρώτο δρόμο που κατασκευάστηκε σύμφωνα με τους κανονισμούς της ευρωπαϊκής πολεοδομίας. Την ευρωπαϊκή της εικόνα (και πνεύμα) η πόλη την οφείλει και πάλι στον Καποδίστρια, τα όνειρα του οποίου έμειναν ανεκπλήρωτα, αφού το νήμα της ζωής του κόπηκε απότομα. Το μαρμάρινο άγαλμα του Καποδίστρια είναι γυρισμένο με την πλάτη στο χάλκινο άγαλμα του Κολοκοτρώνη, τοποθετημένο ανάμεσα στα αιωνόβια δέντρα του πάρκου. Ο Κολοκοτρώνης κάθεται επάνω στο πιστό του άλογο και δείχνει με το χέρι του προς το μέρος της Τριπολιτσάς, την πόλη της πολεμικής του δόξας. Το μνημείο – ο πρώτος έφιππος ανδριάντας στη νεώτερη Ελλάδα - μόλις γιόρτασε τα 110 του χρόνια. Παρεμπιπτόντως είναι κατά τρία χρόνια νεώτερο από τον χάλκινο Κολοκοτρώνη της Αθήνας - στην οδό Σταδίου, μπροστά από την Παλαιά Βουλή.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας του Α.Π.Θ που έγινε σε συνεργασία με άλλα πέντε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, η πλατεία του Συντάγματος του Ναυπλίου ψηφίστηκε ως μια από τις ομορφότερες ευρωπαϊκές πλατείες.
Το 1540 εδώ στεγάστηκε το χαρέμι του Τούρκου διοικητή της Πελοποννήσου και βρισκόταν το τζαμί, στο οποίο το 1828 συνεδρίαζε η πρώτη Βουλή της ελεύθερης Ελλάδας. Το 1843, εις μνήμη του πατέρα του ο βασιλιάς Όθωνας μετονόμασε την πλατεία Πλατάνου σε πλατεία Λουδοβίκου, ενώ μετά την ψήφιση του πρώτου Συντάγματος ονομάστηκε πλατεία Συντάγματος. Η πλατεία θυμίζει θεατρική σκηνή με μεγαλοπρεπή σκηνικά, ανάμεσα στα οποία δεσπόζει το κλασικό τριώροφο κτίριο του 1713, όπου κάποτε στεγαζόταν το ενετικό οπλοστάσιο, και από το 1930 βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο. Άλλα σημαντικά κτίρια — το τζαμί του Αλή Πασά, η ναυτική αποθήκη, η κατοικία του απελευθερωτή του Ναυπλίου Νικηταρά και η οικία του Κολοκοτρώνη. Εάν βρεθείτε στο Ναύπλιο, περπατήστε στα στενοσόκακα, ρίξετε μια ματιά στα εξαιρετικά καλόγουστα μαγαζιά, καθίστε σε ένα από τα καφενεία ή εστιατόρια της πλατείας να πιείτε τον καφέ σας, να φάτε παγωτό ή και να γευματίσετε. Οι τιμές είναι προσιτές, ενώ οι αναμνήσεις θα σας ακολουθούν μια ζωή.
Οπωσδήποτε να επισκεφτείτε άλλον έναν ιστορικό πόλο έλξης του Ναυπλίου — την πλατεία του Αγίου Γεωργίου. Τον 16ο αι. οι Ενετοί έχτισαν εκεί τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου. Οι Τούρκοι το μετέτρεψαν σε τζαμί και τελικά οι Έλληνες επέστρεψαν το ναό στους χριστιανούς. Στον Ναό υποδέχτηκαν επίσημα τον Φραγκίσκο Μοροζίνι, ο οποίος μετά από την κατάκτηση του Ναυπλίου ονομάστηκε «Πελοποννησιακός» (Ο Μοροζίνι πέθανε στο Ναύπλιο, από όπου η σωρός του μεταφέρθηκε στη Βενετία), εδώ τελέστηκαν οι νεκρώσιμες ακολουθίες για τους ήρωες της Επανάστασης Παλαιών Πατρών Γερμανό (1824), τον Δημήτριο Υψηλάντη (1832), τον πρώτο κυβερνήτη της χώρας Ιωάννη Καποδίστρια (1831), εδώ έστεψαν το πρώτο Έλληνα βασιλιά, τον Όθωνα. Τον Ναό στολίζει ένα από τα καλύτερα αντίγραφα του «Μυστικού Δείπνου» του Λεονάρντο Ντα Βίντσι, έργο ενός από τους μαθητές του μεγάλου ζωγράφου.
Τους τελευταίους μήνες όλο και πιο συχνά θυμούνται το παλιό παρατσούκλι της Ελλάδας - «Ψαροκώσταινα», όταν η Ελλάδα ήταν η φτωχή συγγενής των πλουσίων ευρωπαίων γειτόνων. Ψωροκώσταινα όμως ήταν μια αληθινή γυναίκα, που έζησε και πέθανε στο Ναύπλιο, και θα μπορούσε με όλο το δικαίωμα να θεωρηθεί ηρωίδα.
Η ιστορία της αρχίζει το έτος 1821, με την καταστροφή του Αϊβαλιού από τους Τούρκους και τη σφαγή των κατοίκων του. Μαζί με τους επιζήσαντες πρόσφυγες την καμμένη γη εγκατέλειψε η όμορφη και κάποτε πλούσια γυναίκα, η Πανωραία Χατζηκωστά, τον άνδρα και τα παιδιά της οποίας οι Τούρκοι έσφαξαν μπροστά στα μάτια της. Η Πανωραία πέρασε στην αρχή στα Ψαρά, μετά – στη Λέσβο, απ΄’ όπου ως υπηρέτρια του μοναχού και επιστήμονα της εποχής Βενιαμίν Λέσβιο βρέθηκε στο Ναύπλιο. Όταν ο δάσκαλος και φίλος πέθανε από τύφο το 1824 ξεκίνησε ο Γολγοθάς της Πανωραίας, που αναγκάστηκε να ξενοδουλεύει και να πλένει. Εκείνη την εποχή πλήθη ορφανών απ’ όλη την Πελοπόννησο κατέφταναν στο Ναύπλιο, και η Πανωραία αφιερώθηκε στην φροντίδα τους. Αλλά τότε, όπως και τώρα και πάντα λίγοι εκτιμούν και καταλαβαίνουν την ανιδιοτέλεια των άλλων, ο καλός αιωνίως είναι το συνώνυμο του τρελού: έτσι και την Πανωραία, περιφρονημένη από τον καλό κόσμο άρχισαν να αποκαλούν Ψαροκώσταινα, δηλαδή, γυναίκα του Κωστή από τα Ψαρά.
Το 1826 το βαριά λαβωμένο Μεσολόγγι χρειάστηκε βοήθεια, και στην πλατεία του Πλατάνου έστησαν ένα απλό τραπέζι, πάνω στο οποίο οι κάτοικοι της πόλης μπορούσαν να βάζουν ό, τι είχε ο καθένας. Κανείς όμως δεν πλησίαζε το τραπέζι. Τότε από το πλήθος ξεπρόβαλε η Ψαροκώσταινα, έβαλε το ασημένιο της δακτυλίδι και ένα γρόσι. Έτσι η Ψαροκώσταινα μπήκε στην ιστορία ως ηρωίδα και ανιδιοτελής γυναίκα, πράγμα που λίγοι θυμούνται. Όταν η Ψωροκώσταινα πέθανε, οι Αρχές, ως είθισται αγνόησαν το γεγονός, και στο τελευταίο της ταξίδι την Ψωροκώσταινα συνόδευε η αγέλη των ορφανών, που ορφάνεψαν για δεύτερη φορά.
‘Έτσι, το Ναύπλιον δεν είναι μόνο η πόλη της Επανάστασης και της νεοελληνικής ιστορίας και, αλλά και της ιστορίας της αχαριστίας και της προδοσίας.
Το παλιό Ναύπλιο είναι κράμα τριών πολιτισμών – του ελληνικού, του ενετικού και του τούρκικου, και με τη χρονολογική σειρά ας ξεκινήσουμε από το Παλαμήδι, που στέκεται στο βράχο του Ποσειδώνα και δεσπόζει πάνω από την πόλη. Φέρει το όνομα του γιου του Ναυπλίου, Παλαμήδη. Λέγεται, ότι ο Όμηρος δεν τον αναφέρει στο έπος του από καθαρό φθόνο, γιατί ο Παλαμήδης δημιούργησε πρώτος το ποίημα για τον Τροϊκό πόλεμο. Και το φρούριο Παλαμήδι είναι δημιούργημα του Ενετού καπετάνιου-στρατηγού Φραγκίσκου Μοροζίνι: το 1686 κατέκτησε το Ναύπλιο και ανέθεσε στον αρχηγό του στόλου του να φτιάξει το σχέδιο της άμυνάς του. Έτσι γεννήθηκε το σχέδιο του φρουρίου με τα οκτώ προπύργια, το οποίο φτιάχθηκε σε χρόνο-ρεκόρ, μόλις μέσα σε τρία χρόνια – 1711-1714. Το απόρθητο Παλαμήδι, που φαντάζει ένα με το βράζο του Ποσειδώνα, πλέει σε ύψος 216 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Πριν εκεί οδηγούσε μια μακρά στοά, και σήμερα για να ανέβεις απάνω πρέπει να «κατακτήσεις» 999 ολόκληρα σκαλοπάτια. Υπάρχει σαφώς, όπως πάντα, και μια «πίσω πόρτα», ένα μονοπάτι για αμάξια, ανήμπορους και τεμπέληδες, αλλά λίγοι το χρησιμοποιούν.
Από κάτω το βράζο του Ποσειδώνα αγκαλιάζουν οι καθαρές παραλίες - ο Καραθώνας και η Αρβανιτιά. Το τελευταίο όνομα έχει κι αυτό την ιστορία του: λένε, ότι το 1770 οι στρατιώτες του Χασάν-πασά έσφαξαν στη θάλασσα χιλιάδες Αλβανούς (Αρβανίτες), που αρνήθηκαν να του υποταχθούν.
Η Αρβανιτιά αμετάβλητα σηκώνει πάνω από την παραλία της τη Γαλάζια σημαία, με την οποία τη βράβευσε η Ευρώπη, αναγνωρίζοντας την κρυστάλλινη διαφάνεια των νερών της αρβανίτικης θάλασσας.
Το Ναύπλιον είναι πόλη μοναδική. Οι αποκαλύψεις ξεκινούν, μόλις κατεβαίνετε από το λεωφορείο στην Παλαιά πόλη. Άλλες μυρωδιές, άλλα χρώματα, η θάλασσα- διαφορετική. Εδώ σε κάθε δρομάκι θέλετε να σταματήσετε – μα δίπλα στην μαρμάρινη κρήνη, μα στο παλαιό σπίτι, μια δεν αντέχετε και στρίβετε τον φακό της μηχανής στο κομψό μπαλκόνι, τυλιγμένο με πολύχρωμα μυρωδάτα αναρριχώμενα φυτά...
Στην πραγματικότητα, το Ναύπλιον θεωρείται επαρχιακή πόλη μόνο τυπικά. Δεν πρέπει να συγκρίνεται με άλλες πόλεις, γιατί είναι, όπως είπαμε μοναδική, ανεπανάληπτη. Μια από τις ύψιστες απολαύσεις είναι ένα φλιτζάνι καφέ στην περίφημη ναυπλιώτικη προκυμαία, απέναντι από το Μπούρτζι. Κι αυτό το οικοδόμημα ανήκει στην ενετική κληρονομιά, κι αποτελεί επίσης σύμβολο της πόλης. Το αποκαλούν ακόμα και «Το Κάστρο του Ιφ», σε ανάμνηση του μυθιστορήματος του Αλέξανδρου Δουμά Κόμης Μόντε Κρίστο. Όμως το Μπούρτζι ποτέ δεν υπήρξε φυλακή. Την φυλακή την έκτισε στην Ακρόπολη του Ναυπλίου ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄. Κατόπιν δικής του διαταγής, το Μπούρτζι αφοπλίστηκε το 1865, αφαιρέθηκαν τα πυροβολεία και στο χώρο του εγκαταστάθηκε ο δημοτικός...δήμιος, μάστορας της λαιμητόμου.
Από το 1890, πάλι με εντολή του Γεωργίου Α΄ το Ναύπλιον έγινε ο αποκλειστικός τόπος εκτελέσεων! Η λαιμητόμος σταμάτησε να χρησιμοποιείται μόλις το 1913, όταν δολοφονήθηκε ο ίδιος ο Γεώργιος.
Το 1937, την περίοδο της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά, στις φυλακές του Ναυπλίου εμφανίστηκε η εξής ταμπέλα: «Οι κομμουνιστικές φυλακές Ακροναυπλίας». Στα χρόνια των συνταγματαρχών στην πόλη λειτουργούσε ένα από τα πιο φρικτά μπουντρούμια, όπου είχαν τους πολιτικούς κρατούμενους. Στη θέση του σήμερα βρίσκεται το ξενοδοχείον «Ξενία». Ευχόμαστε να έχει λήξει εδώ η ιστορία των φυλακών Ναυπλίου.
Αλλά ας επιστρέψουμε στο Μπούρτζι, που στα τούρκικα σημαίνει «παράκτιο σημείο βολής» ή μικρό φρούριο. Οι Ιταλοί το αποκαλούσαν «Καστέλλο» και οι Έλληνες – «Θαλασσόπυργος.
Το Μπούρτζι χτίστηκε από τους Ενετούς το 1473, μέσα σε 500 χρόνια ο Θαλασσόπυργος μετατράπηκε σε πολυτελέστατο ξενοδοχείο και σήμερα αποτελεί χώρο για Φεστιβάλ και άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Στις αρχές της Τρίτης χιλιετίας, το Μπούρτζι αποτελεί σύμβολο φθαρτότητας και αντιξοοτήτων της μοίρας. Αναπαυόμενος στις ζεστές πέτρες του Μπούρτζι, απολαμβάνοντας τη θέα του καθρέπτη της θάλασσας, αλλά και πολύβουης πόλης του Ναυπλίου απέναντι, σχεδόν επιδερμικά αισθάνεσαι τη διαδοχή των χρόνων.
Το παρελθόν είναι διάχυτο, αλλά ταυτόχρονα προβάλλει το μέλλον, που με τη σειρά του σύντομα θα είναι κι αυτό παρελθόν.